Philips P-Line Curved 34″ Ultrawide Monitor Review: Απολαυστικές 34 ίντσες στα 100Hz

Μια ultrawide οθόνη έχει πολλές εφαρμογές και η χρήση της δεν περιορίζεται μόνο στο gaming. Πολλοί είναι αυτοί που αξιοποιούν τις υπερευρείες οθόνες, είτε για να παίξουν τα games τους, είτε για να δουλέψουν – αφού το μεγάλο πλάτος τους είναι ιδανικό για πολλά παράθυρα στοιχισμένα το ένα δίπλα στο άλλο – και βολεύει όταν τρέχουμε στη Monza παρέα με το Assetto Corsa.

Την επαγγελματική φύση της σειράς P-Line Philips των 34 ιντσών, μαρτυρά η ενσωματωμένη webcam η οποία ήρθε την “κατάλληλη στιγμή” το 2020, αφού τα lockdowns που τέθηκαν σε ισχύ λόγω του COVID-19 μας έθεσαν σε μια νέα κανονικότητα με (άφθονη) εργασία από το σπίτι, κάτι που βλέπουμε να μένει και σήμερα.

Η εργασία από το σπίτι βέβαια ήταν ένα αγκάθι για πολλές επιχειρήσεις. Εταιρίες όπως η Airbnb έχουν περάσει στο νέο αυτό μοντέλο και οι περισσότεροι εργαζόμενοι δουλεύουν πλέον από το σπίτι τους, εν αντιθέσει με γνωστούς επιχειρηματίες που θεωρούν ότι η εργασία από το σπίτι “είναι μη παραγωγική”. Κλείνοντας αυτή την παρένθεση, προχωράμε με την ultrawide 346P1CRH της Philips.

Η pop-up κάμερα περιστρέφεται, οπότε όταν δεν εκτελούμε εργασία μπορούμε να επιστρέψουμε στην δικιά μας “κανονικότητα” απλά στρέφοντάς την προς τα πάνω.

Η P-Line της Philips είναι ακριβώς αυτό, μια ultrawide οθόνη και συνοδεύεται από μερικές ακόμα εκδόσεις. Εμείς τσεκάρουμε την 34 ιντσών έκδοση που φέρει την λατρεμένη για πολλούς gamers ανάλυση των 3440 x 1440 pixels αλλά ακόμα περισσότερο για το ότι τρέχει στα 100Hz, που είναι ένας υψηλότερος ρυθμός ανανέωσης από τα κλασικά 60Hz.

Από πλευράς ταχύτητας, δε φτάνει τις πολύ εντυπωσιακές οθόνες των 144Hz, όμως για όσους έχουν περάσει μεγάλο μέρος της καθημερινότητάς τους με απλά monitors, η εικόνα που προσφέρουν τα 100Hz είναι σίγουρα πολύ ρευστή και η κατανάλωση περιεχομένου όπως gaming σαφώς πιο ευχάριστη.

VA Panel με WLED Backlight στα 100Hz

Η αρκετά μικρή κοιλότητα της συγκεκριμένης γίνεται περισσότερο εμφανής όταν την κοιτάζουμε από το πλάι, αφού από μπροστά, τα 1500R δεν είναι τόσο ευδιάκριτα. Και αυτό για καλό είναι, αφού η συγκεκριμένη διακρίνεται σε άλλους τομείς.

Εν αρχή, είναι το panel των 34 ιντσών και ανάλυσης 3440 x 1440 pixels που τρέχει στα 100Hz. Δεν είναι πολλά, αλλά εάν προέρχεστε από τα τυπικά 60Hz θα το καταλάβετε με τη μια, και η ανάλυση είναι εκεί για να ικανοποιήσει κάθε ανάγκη από το high end σύστημά σας. Όσοι παίζετε στα 144Hz θα αντιληφθείτε επίσης μια “αλλαγή” στην ταχύτητα, ωστόσο εύκολα συνηθίζει κανείς όταν παίζει παιχνίδια σαν και το Formula 1 για παράδειγμα.

Το panel έχει W-LED backlight, κάτι τυπικό και σύγχρονο για τα σημερινά δεδομένα στις οθόνες, παρόλο που η συγκεκριμένη εμφανίστηκε το 2020. Curved οθόνη σημαίνει πολύ συχνά και VA panel, και η Philips μας έχει τοποθετήσει ένα αρκετά ποιοτικό VA, με καλά χρώματα και περίπου 90% κάλυψη του χρωματικού φάσματος DCI-P3. Κατά τα άλλα έχει 120% κάλυψη sRGB και 88% του Adobe RGB, για όσους χρειάζονται το κάτι παραπάνω.

Εντυπωσιακή είναι και η φωτεινότητα που βρίσκεται στα 500cd/m2 και λόγω αυτού συναντάμε το πρότυπο DisplayHDR 400, το μικρότερο που δίνεται σε οθόνες και τηλεοράσεις.

Η anti-glare επίστρωση είναι πολύ καλή και δε θα προκαλέσει πρόβλημα ακόμα και με λάμπες ακριβώς πίσω μας, αρκεί να έχουν κάποιου είδους κάλυμμα για να μην τις χτυπάει απευθείας φως.

Αν και το στατικό contrast δεν διεκδικεί δάφνες με λόγο 3000:1, ο χρόνος απόκρισης μετριέται στα 4ms GtG, που σημαίνει ότι στις εναλλαγές από γκρι σε γκρι, είναι αρκετά ΟΚ για gaming εφαρμογές.

Συνδεσιμότητα – Βάση

Όσον αφορά τα υπόλοιπα χαρακτηριστικά και τη συνδεσιμότητα, έχουμε 4x USB 3.2 με μια fast charge USB-C, μια USB-B upstream που συνδέεται με το σύστημά μας, καθώς και μια ακόμα USB-C που μεταφέρει ήχο, εικόνα και δεδομένα – ιδανική για docking. Επιπλέον υπάρχει, μια έξοδος ακουστικών, μια Ethernet LAN με δυνατότητα Wake on Lan καθώς και μια υποδοχή Sync.

Να τονίσουμε ότι εικόνα μέσω της USB-C διαθέτει και το High Bit Rate 3 (HBR3) για bandwidth που αρκεί για τον συνδυασμό ανάλυσης & refresh rate των 100Hz. Το HBR3 είναι το πρότυπο που υποστηρίζει από εργοστασίου το DisplayPort 1.4, για παράδειγμα και σε συνδυασμό με άλλες τεχνικές όπως το DSC (Display Stream Compression), επιτρέπει τη χρήση πολύ μεγαλύτερων αναλύσεων σε υψηλότερο ρυθμό ανανέωσης.

Από πλευράς χαρακτηριστικών, τα specs ολοκληρώνουν δύο ηχεία 5W έκαστο τα οποία παραδόξως έχουν αρκετά καλό ήχο αποδίδοντας όπως είναι φυσικό μέτρια τις χαμηλές συχνότητες. Για ένα setup που δεν έχει συνδεδεμένα ηχεία όμως, είναι παραπάνω από αρκετά.

Όσον αφορά τη βάση στήριξης, η Philips επιλέγει στιβαρό, μασίφ πλαστικό, με ωραίο φινίρισμα και τετράγωνη βάση ζητώντας νορμαλ χώρο από το γραφείο. Στις δοκιμές μας την τοποθετήσαμε σε ένα γραφείο με βάθος μόλις 50cm, ωστόσο έκατσε αρκετά πίσω και έτσι δεν ενοχλούσε τα περιφερειακά μας.

Ποιότητα Εικόνας – Ρυθμίσεις Μενού

Το OSD είναι “άφθονο”, με ρυθμίσεις για τις USB, για το ενσωματωμένο KVM switch αλλά και τις δυνατότητες PIP και PBP. Μαζί, υπάρχει πλήθος ρυθμίσεων για τα ενσωματωμένα προφίλ της εικόνας, αλλά και για τις ρυθμίσεις φωτεινότητας, contrast, την ισορροπία των χρωμάτων και πολλά ακόμα.

Το KVM λειτουργεί είτε αυτόματα βρίσκοντας περιφερειακά, είτε από την USB-C, είτε από την upstream USB-B της οθόνης. Σούπερ χρήσιμο όταν έχουμε κάποιο συμβατό σύστημα όπως ένα MacBook ή κάποια GPU όπως τις RTX 20 Series ή τις Radeon RX 6000. Δυστυχώς η NVIDIA δεν ακολούθησε το trend με τις RTX 30 και έτσι δεν βρίσκουμε USB-C σε καμία GPU αυτού του lineup και ο λόγος γιατί το VirtualLink, όπως ονομαζόταν, δεν περπάτησε και ακυρώθηκε.

Με το αρκετά γρήγορο μενού, έχουμε άμεση πρόσβαση σε κάθε ρύθμιση που μπορούμε να ζητήσουμε, ενώ τα πλήκτρα βρίσκονται στο δεξί μέρος και είναι γενικά αρκετά ευπρόσιτα, με μαλακιά αλλά σαφή αίσθηση. Αξίζει να τονίσουμε ότι η σταθερότητα του monitor όταν πατούσαμε τα πλήκτρα ήταν οριακή, αλλά όχι κάτι που θα μας επηρεάσει κατά τη χρήση.

Όσον αφορά την ποιότητα, παρόλο που κοιτάζουμε ένα VA panel με τις γνωστές “ασθένειες” όπως light bleed και ελαφρώς ξεθωριασμένα χρώματα υπό γωνία, η Philips έχει κάνει πολύ καλή δουλειά και το σύνολο είναι αρκετά σωστό. Το W-LED backlight δείχνει να βοηθάει στην ποιότητα της εικόνας, με ξεχωριστά λευκά LED για τον οπίσθιο φωτισμό και τα χρώματα δείχνουν ανάλογα με μια VA οθόνη.

Επίλογος

Στην τελική, ένα καλό monitor κερδίζει σε πολλούς τομείς – και όχι μόνο στον συνδυασμό ανάλυσης και ρυθμού ανανέωσης, που είναι τα καθαρά gaming στοιχεία. Η συγκεκριμένη έχει πολλά θετικά και στην τιμή της συμπεριλαμβάνουμε και τα πιο πρακτικά πράγματα, όπως την ποιότητα κατασκευής και τις παρεχόμενες ευκολίες.

Οι ρυθμίσεις και επιπλέον χαρακτηριστικά όπως το KVΜ και η USB-C για εικόνα, ήχο και δεδομένα είναι ανάμεσα στα θετικά που σίγουρα ξεχωρίζουν στη συγκεκριμένη Philips. Η αλήθεια είναι ότι με τιμή τα 620+ ευρώ που κυκλοφορεί, δε θα προσελκύσει πολλούς πλέον, οι οποίοι θα στραφούν σε νεότερες και πιθανόν πιο φορτωμένες λύσεις, ειδικά εάν πρόκειται για gaming.

Οι τομείς που κερδίζει αυτό το μοντέλο των 34 ιντσών είναι στην άνετη βάση, τα ποιοτικά υλικά και το καλής ποιότητας VA panel της Samsung και οι ρυθμίσεις, ωστόσο τη βάζουν σε θέση “αναπληρωματικού”, ειδικά εν έτη 2022.

Ακολουθήστε το 8Bitz.gr στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα νέα για το PC Hardware!

Περισσότερα

Σχετικά Άρθρα